Μια φορά κι έναν καιρό σε μια
όμορφη αυλή ζούσε ένα γέρικο μυρμήγκι. Από τη μέρα που γεννήθηκε ζούσε εκεί. Είχε
μάθει τα βήματα των ανθρώπων που έβγαιναν κάθε τόσο στην αυλή και τα απέφευγε
με προσοχή.
Είχε αρκετή ώρα να δει τον
αγαπημένο του φίλο κι άρχισε να τον ψάχνει. Τον βρήκε στην άκρη του μωσαϊκού, πατημένο
πάνω σ’ ένα πράσινο σχέδιο με ορθογώνιο σχήμα. Μετά το σοκ έφερε την παρέα του
για να τον πάρουν πίσω στην μυρμηγκότρυπα έστω και νεκρό, πριν καταλήξει με το
πρωινό πλύσιμο της αυλής στο σιφόνι.
Το γέρικο μυρμήγκι έπεσε σε βαθιά
σκέψη. Γιατί οι άνθρωποι μας πατάνε ; Είναι τόσο δύσκολο να συνυπάρξουν μαζί μας
; Ίσως είναι… Βιάζονται και δεν βλέπουν που πατάνε. Δεν σκύβουν, δεν βλέπουν
πέρα από τους εαυτούς τους.
Ξεχνούν πως μια μέρα θα
καταλήξουν σ’ έναν λάκκο κι ένας σωρός από μυρμήγκια κι άλλα έντομα θα περπατούν
στα κορμιά τους.
Αφιερωμένο στους δυνατούς που πιστεύουν ότι η ευαισθησία
είναι αδυναμία. Μ.Ρ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου